Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

indophobe < indo- + -phobe

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
indophobe indophobes

indophobe (fr) αρσενικό ή θηλυκό