Ετυμολογία

επεξεργασία
imprésario < ιταλική impresario

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɛ̃.pʁe.sa.ʁjo/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
imprésario imprésarios

imprésario (fr) αρσενικό