Ουσιαστικό

επεξεργασία

hymen (en)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
hymen < λατινική hymen < αρχαία ελληνική ὑμήν

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /i.mɛn/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
hymen hymens

hymen (fr) αρσενικό