hydroglisseur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.dʁɔ.ɡli.sœːʁ/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
hydroglisseur | hydroglisseurs |
hydroglisseur (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
hydroglisseur | hydroglisseurs |
hydroglisseur (fr) αρσενικό