Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
hoed
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Ολλανδικά
(nl)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Ολλανδικά
(nl)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
hoed
<
μέση ολλανδική
hoet
(<
παλαιά ολλανδικά
*huot
<
πρωτογερμανική
*hōdaz
). Σχετίζεται με
γερμανική
Hut
και
αγγλική
hood
)
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ɦut
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
hoed
(nl)
αρσενικό
καπέλο
κάλυμμα
που προστατεύει