Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
hobby
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά
(en)
1.1
Ουσιαστικό
2
Γαλλικά
(fr)
2.1
Ετυμολογία
2.2
Προφορά
2.3
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
hobby
hobbies
Ουσιαστικό
επεξεργασία
hobby
(en)
το
χόμπι
I have a
hobby
of collecting stamps.
Έχω
χόμπι
τη συλλογή γραμματοσήμων.
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
hobby
hobbys
Ετυμολογία
επεξεργασία
hobby
<
(
άμεσο δάνειο
)
αγγλική
hobby
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
ʔɔ.bi
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
hobby
(fr)
αρσενικό
το
χόμπι