hilarant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hilarant | hilarants |
θηλυκό | hilarante | hilarantes |
hilarant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | hilarant | hilarants |
θηλυκό | hilarante | hilarantes |
hilarant (fr)