herculéen
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαherculéen < → δείτε τις λέξεις Hercule και -éen
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ɛʁ.ky.le.ɛ̃/
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | herculéen | herculéens |
θηλυκό | herculéene | herculéenes |
herculéen (fr) αρσενικό