Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
groundhog groundhogs

  Ετυμολογία επεξεργασία

groundhog < ground + hog

  Ουσιαστικό επεξεργασία

groundhog (en)

Άλλες μορφές επεξεργασία