gondolier
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | gondolier | gondoliers |
θηλυκό | gondolière | gondolières |
Ουσιαστικό επεξεργασία
gondolier (fr) αρσενικό
Ρουμανικά (ro) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
gondolier (ro)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | gondolier | gondoliers |
θηλυκό | gondolière | gondolières |
gondolier (fr) αρσενικό
gondolier (ro)