γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό géométral géométraux
θηλυκό géométrale géométrales

  Επίθετο

επεξεργασία

géométral (fr)

  • (για τεχνικό σχέδιο) που διατηρεί τις πραγματικές διαστάσεις

Συγγενικά

επεξεργασία