fragmenté
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fragmenté | fragmentés |
θηλυκό | fragmentée | fragmentées |
Επίθετο
επεξεργασίαfragmenté (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fragmenté | fragmentés |
θηλυκό | fragmentée | fragmentées |
fragmenté (fr)