fortifiant
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fortifiant | fortifiants |
θηλυκό | fortifiante | fortifiantes |
Επίθετο
επεξεργασίαfortifiant (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fortifiant | fortifiants |
θηλυκό | fortifiante | fortifiantes |
fortifiant (fr)