formateur
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /fɔʁ.ma.tœʁ/
Επίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | formateur | formateurs |
θηλυκό | formatrice | formatrices |
formateur (fr)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | formateur | formateurs |
θηλυκό | formatrice | formatrices |
formateur (fr)