Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
fishhook fishhooks

  Ετυμολογία επεξεργασία

fishhook < fish + hook

  Ουσιαστικό επεξεργασία

fishhook (en)

Άλλες μορφές επεξεργασία