filosofía
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
---|---|
filosofía | filosofías |
Ετυμολογία
επεξεργασία- filosofía < λατινική philosophia < αρχαία ελληνική φιλοσοφία.
Ουσιαστικό
επεξεργασίαfilosofía (es) θηλυκό
Δείτε επίσης : filosofia |
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
filosofía | filosofías |
filosofía (es) θηλυκό