fiŝkapti
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- fiŝkapti < → λείπει η ετυμολογία
Ρήμα
επεξεργασίαρήμα fiŝkapti | |||
χρόνος | μορφή | ενεργητική μετοχή |
παθητική μετοχή |
---|---|---|---|
ενεστώτας | fiŝkaptas | fiŝkaptanta | fiŝkaptata |
αόριστος | fiŝkaptis | fiŝkaptinta | fiŝkaptita |
μέλλοντας | fiŝkaptos | fiŝkaptonta | fiŝkaptota |
υποθετική | fiŝkaptus | - | - |
προστακτική | fiŝkaptu | - | - |
fiŝkapti (eo)