Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

feuilletonnesque < feuilleton + -esque

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
feuilletonnesque feuilletonnesques

feuilletonnesque (fr) αρσενικό ή θηλυκό

→ δείτε τη λέξη feuilletonesque