Άνοιγμα κύριου μενού
Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Κοντινά
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
femur
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
fémur
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικές λέξεις
1.2.2
Συνώνυμα
Αγγλικά
(en)
Επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
femur
femurs
/
femora
Ετυμολογία
Επεξεργασία
femur
< (
λόγιο δάνειο
)
λατινική
femur
(
μηρός
)
Μπροστινή όψη μηριαίου οστού
Ουσιαστικό
Επεξεργασία
femur
(en)
(
ανατομία
) το
μηριαίο
οστό
το τρίτο τμήμα -από το σώμα- του ποδιού ενός εντόμου
Συγγενικές λέξεις
Επεξεργασία
femoral
Συνώνυμα
Επεξεργασία
thighbone