Δείτε επίσης: fée

Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

fee (en)

  1. χρηματικό ποσό που καταβάλλεται ως πληρωμή για παροχή υπηρεσιών, αμοιβή, χρέωση
    tuition fees: δίδακτρα
  2. δασμός, τέλος