farina
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
farina | farine |
farina (it)
Καταλανικά (ca)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαfarina (ca)
ενικός | πληθυντικός |
farina | farine |
farina (it)
farina (ca)