fâcheux
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fâcheux | fâcheux |
θηλυκό | fâcheuse | fâcheuses |
fâcheux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | fâcheux | fâcheux |
θηλυκό | fâcheuse | fâcheuses |
fâcheux (fr)