Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
extraordinarily
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίρρημα
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
extraordinarily
<
extraordinary
+
-ly
Επίρρημα
επεξεργασία
extraordinarily
(en)
ασυνήθιστα
,
πάρα
πολύ
⮡
he is
extraordinarily
tall
- είναι
ασυνήθιστα
ψηλός
⮡
it is
extraordinarily
kind of you
-
πάρα πολύ
ευγενικό εκ μέρους σας
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη λέξη
extremely
Πηγές
επεξεργασία
extraordinarily
-
Oxford Learner's Dictionaries