exécuté
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | exécuté | exécutés |
θηλυκό | exécutée | exécutées |
Επίθετο
επεξεργασία
exécuté (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | exécuté | exécutés |
θηλυκό | exécutée | exécutées |
exécuté (fr)