even if
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαeven if (en)
- (ιδιωματισμός) ακόμα κι αν/και να, μολονότι, παρόλο, μακάρι, έστω κι αν, κι ας
- ⮡ Even if he comes, I won’t talk to him.
- Ακόμα και να 'ρθει εγώ δεν θα του μιλήσω.
- ⮡ Even if he is smart, he doesn’t understand this.
- Μολονότι είναι έξυπνος, δεν το καταλαβαίνει αυτό.
- ⮡ I will go even if she does not want me there.
- Εγώ θα πάω παρόλο που δεν με θέλει εκεί.
- ⮡ I won’t give it to him, even if he asks for it on bended knees!
- Δεν θα του το δώσω μακάρι να το ζητήσει γονατιστός!
- ⮡ He was determined to help, even if he didn’t deserve it.
- Ήταν αποφασισμένος να βοηθήσει, έστω κι αν δεν το άξιζε.
- ⮡ He lives very happily, even if he is not rich.
- Ζει πολύ ευτυχισμένος, κι ας μην είναι πλούσιος.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τον όρο even though
- ⮡ Even if he comes, I won’t talk to him.
Πηγές
επεξεργασία- even (idioms): even if - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 398, 518-519. ISBN 9780194325684., λήμμα: και, μακάρι