Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /dʁa.ɡe/

draguer (fr)

  1. ψαρεύω κοχύλια με γαγγάμη
  2. βυθοκορώ
  3. (ναυτιλία, για άγκυρα) ξύνω τον πυθμένα χωρίς να πιάνομαι κάπου
  4. βγάζω τις νάρκες από έναν τόπο
  5. (οικείο) κάνω καμάκι, κορτάρω

Συγγενικά

επεξεργασία