Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
dispirited
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίθετο
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
dispirited
<
dispirit
<
dis-
+
spirit
<
λατινική
spiritus
<
spiro
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
dɪˈspɪɹɪtəd
/
Επίθετο
επεξεργασία
dispirited
(en)
άθυμος
αποθαρρυμένος
αποκαρδιωμένος