diagonal
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαdiagonal (en)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαdiagonal (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | diagonal | diagonals |
θηλυκό | diagonale | diagonales |
diagonal (fr)