detached house
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
detached house | detached houses |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΠολυλεκτικός όρος
επεξεργασίαdetached house (en)
- η μονοκατοικία
- ⮡ They turned many detached houses into luxury restaurants.
- Πολλές μονοκατοικίες τις έκαναν πολυτελή εστιατόρια.
- ≈ συνώνυμα: single-family home
- ⮡ They turned many detached houses into luxury restaurants.