Ετυμολογία

επεξεργασία
dashboard < dash + board

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈdæʃˌbɔː(ɹ)d/ (βρετανικό)
ΔΦΑ : /ˈdæʃˌboəɹd/ & /ˈdæʃˌbɔːɹd/ (ΗΠΑ)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
dashboard dashboards

dashboard (en)

  1. το ταμπλό αυτοκινήτου ή άλλου οχήματος
  2. (πληροφορική, GUI) πίνακας παρουσίασης σε γραφική διεπαφή χρήστη

Δείτε επίσης

επεξεργασία