Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
détachant
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
détachant
<
détacher
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός
πληθυντικός
détachant
détachants
détachant
(fr)
αρσενικό
προϊόν
που χρησιμοποιείται για να αφαιρεί τους
λεκέδες