dépréciation
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /de.pʁe.sja.sjɔ̃/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
dépréciation | dépréciations |
dépréciation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
dépréciation | dépréciations |
dépréciation (fr) θηλυκό