Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
dépareiller
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ρήμα
1.3.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
dépareiller
<
dé-
+
pareil
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
de.pa.re.je
/
Ρήμα
επεξεργασία
dépareiller
(fr)
καθιστώ
ελλιπές
,
συμπληρώνω
κάτι χρησιμοποιώντας ανόμοια αντικείμενα
≈
συνώνυμα
:
désapparier
,
désassortir
≠
αντώνυμα
:
apparier
,
assortir
Συγγενικά
επεξεργασία
dépareillé