ενικός         πληθυντικός  
déisme déismes

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

déisme (fr) αρσενικό

Σημειώσεις

επεξεργασία

ο théisme-θεϊσμός αποτελεί σαφέστατα διαφορετικό κίνημα