débarqué
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | débarqué | débarqués |
θηλυκό | débarquée | débarquées |
Επίθετο
επεξεργασίαdébarqué (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | débarqué | débarqués |
θηλυκό | débarquée | débarquées |
débarqué (fr)