Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

cute hoorism < cute hoor + -ism

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kjut ˈhuɹ.ɪzm̩/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

cute hoorism (en) (συνήθως μόνο στον ενικό αριθμό)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συνώνυμα επεξεργασία