corsair
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαcorsair (fr) αρσενικό
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
corsair | corsairs |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαcorsair (en)
corsair (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
corsair | corsairs |
corsair (en)