ενικός         πληθυντικός  
contraste contrastes

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

contraste (fr) αρσενικό



  Ουσιαστικό

επεξεργασία
ενικός πληθυντικός
contraste contrastes

contraste (pt) αρσενικό

  1. η αντίθεση