contagieux
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | contagieux | contagieux |
θηλυκό | contagieuse | contagieuses |
Επίθετο
επεξεργασίαcontagieux (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | contagieux | contagieux |
θηλυκό | contagieuse | contagieuses |
contagieux (fr)