construit
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | construit | construits |
θηλυκό | construite | construites |
Επίθετο
επεξεργασίαconstruit (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | construit | construits |
θηλυκό | construite | construites |
construit (fr)