ενεστώτας consist
γ΄ ενικό ενεστώτα consists
αόριστος consisted
παθητική μετοχή consisted
ενεργητική μετοχή consisting

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /kənˈsɪst/
 

consist (en)

Συγγενικά

επεξεργασία