consistency
Αγγλικά (en)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
consistency | consistencies |
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
consistency (en)
- η συνέπεια
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
- (βάσεις δεδομένων) ACID
- consistency στην αγγλική Βικιπαίδεια
ενικός | πληθυντικός |
consistency | consistencies |
consistency (en)