Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If Wikipedia is useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
consequently
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
consequently
<
consequent
+
-ly
Επίρρημα
επεξεργασία
consequently
(en)
(
χωρίς παραθετικά
)
(
συνδετικός
)
συνεπώς
,
λοιπόν
⮡
You are well,
consequently
you must go to school.
Είσαι καλά,
λοιπόν
πρέπει να πας σχολείο.
≈
συνώνυμα
:
→
δείτε
τη
λέξη
therefore