consequent
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈkɑn.sɪ.kwənt/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαconsequent (en)
- ≠ αντώνυμα: antecedent
- υπερώνυμο: material implication
- δείτε επίσης: consequent στην αγγλική Βικιπαίδεια
Επίθετο
επεξεργασίαconsequent (en)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- consequent στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ Πατσάκης Νικόλαος, Παπαδάκης Γεώργιος (Ηράκλειο 2014), «Σύστημα για Επεξεργασία Λογικών Εκφράσεων, 11.9 Συνεπαγωγή και Ισοδυναμία (Material Implication and Equivalence)», σελ.42. Προσπέλαση 2020-03-01