connector
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαconnector (en)
- οτιδήποτε συνδέει δύο συσκευές ή μια συσκευή με το ηλεκτρικό δίκτυο (φις)
- δρόμος που συνδέει σε άλλο δρόμο ταχείας κυκλοφορίας
- (ηλεκτρονική) σύνδεσμος, ζευκτήρας (ηλεκτρική, ηλεκτρονική επαφή)
- υπώνυμα: Molex connector
Δείτε επίσης
επεξεργασία- connector στην αγγλική Βικιπαίδεια