conjugal
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαconjugal (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαγένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | conjugal | conjugals |
θηλυκό | conjugale | conjugales |
Επίθετο
επεξεργασίαconjugal (fr)
conjugal (en)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | conjugal | conjugals |
θηλυκό | conjugale | conjugales |
conjugal (fr)