• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

compétent

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : competent

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Επίθετο
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

compétent < λατινική competens

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό compétent compétents
θηλυκό compétente compétentes

compétent (fr)

  1. αρμόδιος
  2. ικανός

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • compétence
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=compétent&oldid=5584754"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Αυγούστου 2022, στις 17:14

Γλώσσες

    • العربية
    • Brezhoneg
    • Deutsch
    • English
    • Esperanto
    • Español
    • Suomi
    • Français
    • Magyar
    • Ido
    • 日本語
    • 한국어
    • Polski
    • Sängö
    • Svenska
    • Türkçe
    • Tiếng Việt
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Αυγούστου 2022, στις 17:14.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie