Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɔ.e.zjɔ̃/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
cohésion cohésions

cohésion (fr) θηλυκό