Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
climate change climate changes

  Ετυμολογία επεξεργασία

climate change < → δείτε τις λέξεις climate και change

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈklaɪ.mət ˌtʃeɪndʒ/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

climate change (en) (συνήθως μη μετρήσιμο)

  • η κλιματική αλλαγή
    Climate change may be responsible for more extreme temperatures.
    Η κλιματική αλλαγή ενδέχεται να είναι υπεύθυνη για ακόμη περισσότερες ακραίες θερμοκρασίες.

  Πηγές επεξεργασία