Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
chatteries chatteriess

  Ουσιαστικό επεξεργασία

chatteries (fr) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

  1. τα ζαχαρωτά
  2. (παρωχημένο) τα χάδια